…και όσο αντέξεις: Περί κινηματογράφου: Η ποιότητα, ο ειδικός-κριτικός και τα αντικειμενικά κριτήρια

Written by on 31 Μαρτίου 2014

Όχι οτι νομίζω οτι είμαι κριτικός ταινιών, προς θεού. Οι γνώσεις μου είναι ελάχιστες. Το θέμα είναι οτι κατα την άποψη μου, κανένας δεν είναι επαγγελματίας κριτικός. Ο τίτλος του επαγγέλματος θα σε κάνει να πέσεις στις παγίδες της ποιότητας, της απαξίωσης οτιδήποτε mainstream και την εξύμνηση κάθε “προχώ” μαλακίας. Αυτό είναι το τρίτο μέρος μια υποενότητας της Φιλ(μ)οσοφίας (τα άλλα δύο θα τα βρείτε εδώ και εδώ) και ασχολείται με ακριβώς αυτό το πολυσυζητημένο πράγμα: την κριτική. Enjoy!!! 

allodapos

Στο τρίτο και τελευταίο μέρος της άτυπης ενότητας, έφτασε ή ώρα να μιλήσουμε για το πόση και ποιά σημασία μπορεί να έχει πλέον η έννοια της ποιότητας, ποιά μπορεί να είναι η δουλειά του κριτικού και αν υπάρχουν (που υπάρχουν) αντικειμενικά κριτήρια, ποια μπορεί να είναι και τί περιθώριο υποκειμενικότητας αφήνουν (έτσι μπορεί να απαντηθούν και μερικές απορίες που προέκυψαν τις δύο προηγούμενες βδομάδες).

Ως προς την ποιότητα, δύο είναι οι σημαντικές αντιρρήσεις που προβάλλονται:
1) Η πρώτη αντίρρηση έρχεται από τη λογική της ελεύθερης αγοράς.

Ας πάρουμε ως παράδειγμα ένα ιδιωτικό τηλεοπτικό κανάλι ή μια ιδιωτική εταιρεία παραγωγής (κάπου στο Χόλυγουντ) που είναι μια επιχείρηση.

Στο πλαίσιο της ελεύθερης αγοράς ο στόχος δεν είναι μόνο το κέρδος άλλα και η ΜΕΓΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ του κέρδους.

Μεγαλύτερα κέρδη επιτρέπουν περισσότερες επενδύσεις σε υποδομές και διαφήμιση, με αποτέλεσμα να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα της επιχείρησης και να μειωθούν αντίστοιχα η αποδοτικότητα και τα κερδη των ανταγωνιστών.

Οτιδήποτε συμβάλλει προς τον σκοπό αυτό είναι απολύτως θεμιτό.
Άλλωστε, όπως λένε και οι Αμερικάνοί, “κανείς δεν φτώχυνε επειδή υποτίμησε το γούστο του κοινού”.

Στην λογική της ελεύθερης αγοράς, η ποιότητα είναι δευτερεύον παράγοντας.

2) Η δεύτερη ένσταση είναι περισσότερο σύνθετη και έρχεται από τη μεριά της φιλοσοφίας.

Οι μεταμοντέρνοι στοχαστές υποστηρίζουν ότι η ποιότητα είναι η παγίδα που στήνουν οι ισχυροί στους αδύναμους.

Με άλλα λόγια, κάθε άνθρωπος έχει το δικό του γούστο, όμως ορισμένοι άνθρωποι, λόγω κοινωνικού πρεστίζ, οικονομικής ή πολιτικής δύναμης, γνώσης και κύρους, καθορίζουν τι είναι ποιοτικά αποδεκτό.

Η έννοια της ποιότητας λοιπόν, “χτίζεται” από μια ελιτίστικη μειοψηφία που προσπαθεί να επιβάλλει το δικό της γούστο μονοπολώντας τo δικαίωμα να κρίνει και να αξιολογεί.

Έτσι, δεν υπάρχουν απόλυτα κριτήρια και επομένως το θέμα της ποιότητας πρέπει να καταργηθεί.

Γιατί να βασανίζουμε το μυαλό μας με αναζητήσεις ποιότητας, ενώ μπορούμε να εκφράσουμε ελεύθερα το προσωπικό μας γούστο χωρίς να μας φορτώνει κανείς τις δήθεν κουλτουριάρικες αναλύσεις και απαιτήσεις του;

Το αποτέλεσμα των ενστάσεων αυτών έχει διπλή όψη.

Η μία είναι το κέρδος των μεγάλων επιχειρήσεων.
Η δεύτερη είναι το κέρδος του απενοχοποιημένου γούστου.

Σήμερα μπορούμε να καταναλώνουμε την κάθε «σαχλαμάρα» και να μην δίνουμε λογαριασμό σε κανέναν (όμως πώς μπορεί να μιλα κανεις για “σαχλαμάρα” χωρίς ποιοτικά κριτήρια;).

Οι επιχειρήσεις μπορούν με τη σειρά τους να παράγουν μαζικά την κάθε «σαχλαμάρα», να την διαφημίζουν, να την προωθούν και να το κάνουν χωρίς να φοβούνται ότι θα προσβάλλει το υψηλό ποιοτικό γούστο των καταναλωτών.

– “Και πού είναι το πρόβλημα;
Δεν είναι καλύτερα τώρα που μπορούμε να εκφράζουμε απενοχοποιημένα το γούστο μας και να μην έχουμε κάποιον δήθεν κουλτουριάρη να μας τα πρήζει με την ποιότητα και την υψηλή τέχνη;”

Όπως ήδη προείπαμε, είναι σαφώς καλύτερο για την λογική της ελεύθερης αγοράς και των επιχειρηματικών κερδών.
Και ασφαλώς οι επιχειρήσεις την δουλεία τους κάνουνε.

Ίσως, όμως, χάνοντας την έννοια της ποιότητας, να χάνουμε το αίσθημα ότι δεν εξαρτώνται όλα από το προσωπικό γούστο και το καπρίτσιο της στιγμής, ότι υπάρχουν ορισμένα πραγματα που αποδεικνύονται ισχυρότερα, που επιβάλλουν το μέγεθός τους αδιαφορώντας για το γούστο το δικό μου ή το δικό σου, ότι υπάρχουν πράγματα που δεν εξαντλούνται στην κρίση «μ’αρέσει – δεν μ’ αρέσει», ή «σαχλάμάρα – ταινιάρα».

Ως προς τον ειδικό–κριτικό: για μένα ο ρόλος του δεν είναι να μου επιβάλλει την αφ’υψηλού κρίση του ως θέσφατο, αλλά να χρησιμοποιήσει την γνώση του (που είναι μεγαλύτερη απο την δική μου ως απλού θεατη) και την εμπειρία του (αφου πιθανότατα έχει δει περισσότερο σινεμά από μένα) προκειμένου να φωτίσει στοιχεία και λεπτομέρειες που δεν γνωριζα ή δεν ήμουν σε θέση να εντοπίσω.

Να μου δώσει ένα μίγμα τεχνικής ανάλυσης (όπου χρειάζεται και όχι καταχρηστικά) περιγραφής της πλοκής και προσωπικής εκτίμησης.

Σημασία λοιπόν δεν έχει τόσο αν συμφωνώ ή διαφωνώ με μια κριτική – απόψεις υπάρχουν πολλές, ευτυχώς – αλλά αν σε αυτή μπορώ να βρω και κάτι που με αγγίζει, κάτι που αποκαλύπτει μια κρυμμένη πτυχη της τέχνης, κάτι που με ιντριγκάρει ώστε να πάω να δω την ταινία (ή με αποθαρρύνει ώστε να μέινω σπίτι μου), κάτι που διευρύνει τους ορίζοντές μου και βαθαίνει την ευαισθησία μου ως προς το σινεμά (αν βέβαια δεν θέλω μόνο να διασκεδάσω με μια ταινία, που είναι επίσης θεμιτό).

Ως προς τα αντικειμενικά κριτήρια:
– Η πρωτοτυπία ενός έργου
– Η επιρροή ενός έργου στους επόμενους
– Η τελειότητα-εξέλιξη του στυλ στην οποία φτάνει ο καλλιτεχνης ( π.χ. ο Μότσαρτ έφτασε τον κλασσικισμο στην τελειότητα του, ήταν η κορυφή).
– Το αν και πώς η ταινία λειτουργεί σωστά ώστε να πετύχει αυτό που θέλει (με βάσει το είδος της).
– Η αναγνώριση του έργου ενός καλλιτέχνη από τους ομότεχνούς του.
– Η αναγνώριση του έργου από το κοινό.
– Η αναγνώριση του έργου από τους ειδικούς-κριτικούς.

Με βάση την παραπάνω λίστα, βλέπουμε ότι η άποψη του κοινού ή η άποψη των κριτικών είναι σημαντικές, αλλά δεν είναι τα μόνα κριτήρια για να πούμε αν ένα έργο είναι αριστούργημα, αν θα μείνει στην ιστορία κλπ.

Υπάρχουν κριτήρια όπως η τελειότητα-εξέλιξη του στυλ και η πρωτοτυπία – που αφορούν το παρελθόν – για τα οποία πρέπει να έχουμε μελετήσει ιστορία του σινεμά και φυσικά να έχουμε δει πολύ σινεμά, ώστε να είμαστε σε θέση να κρίνουμε, να συγκρίνουμε και να αποφανθούμε σχετικά με αυτά.

Υπάρχει τέλος και το κριτήριο της επιρροής στους επόμενους.
Γι αυτό θα πρέπει απλώς να περιμένουμε.

Ο χρόνος θα δείξει κατά πόσο μια ταινία θα αναγνωριστεί περαιτέρω από τους κριτικούς, θα συνεχίσει να αγαπιέται από το κοινό, θα ανοίξει διάλογο με τους ομότεχνους-σκηνοθέτες και θα επηρεάσει το δικό τους μελλοντικό έργο.

Γιώργος Παυλίδης-filmboy.gr



Monkey Bros Radio

Tune in || Trip Out

Current track

Title

Artist